Για το "μπαρ"

Όποιος μπήκε γιατί νομίζει ότι είναι υποχρεωτικό...
Να την "κάνει"!
ΤΩΡΑ!!!!!!!!!!!!!!!

(Εκτός από όταν δεν έχουμε βιβλία... Τότε είναι υποχρεωτικό... Για γκελ μπουρντά, καμάρια μου!)

Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γούλφ; "Λάπιν και Λαπίνοβα"

"Ηταν πιά παντρεμένοι".
Το μεγαλύτερο μέρος των ιστοριών αγάπης τελειώνει όταν οι εραστές  εξομολογηθούν τον έρωτά 
τους κι ανταλλάξουν όρκους αιώνιας πίστης ή όταν πατήσουν τα σκαλιά της εκκλήσίας και ενωθούν μεταξύ θεών και ανθρώπων... Το διήγημα της Βιρτζίνια Γουλφ "Λάπιν και Λαπίνοβα "  ξεκινά αμέσως μετά... Εκεί που οι συνήθεις ιστορίες αγάπης ξεμπερδεύουν με τη φράση  "happily ever after."
  Στο διήγημα παρουσιάζεται η παρακμή και η πτώση όχι τη Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας αλλά της σχέσης του Έρνεστ και της Ρόζαλιντ... Οι πρώτες ρωγμές εμφανίζονται ήδη από την δεύτερη παράγραφο. Η εύθραστη Ρόζαλιντ αδυνατεί να καλοχωνέψει το γεγονός και δυσκολεύεται να  αποδεχθεί ως και  το όνομα του συζύγου της, προτιμώντας μια σειρά άλλων ονομάτων. Όχι ιδιαίτερα ευοίωνο...
  Η δυσκολία της έγκειται στο γεγονός ότι το όνομα του συζύγου της παραπέμπει στην πολυμελή, πλούσια  οικογένεια του, η οποία φοβίζει την ορφανή και κατώτερης κοινωνικής τάξης κοπέλα, καθώς αισθάνεται ότι απειλούν να την ρουφήξουν, όπως φαίνεται αργότερα, εισάγοντας σε ένα κόσμο ο οποίος είναι ξένος και την   τρομάζει.  Ψάχνοντας να βρει τι της θυμίζει ο Έρνεστ, παρατήρησε το σούφρωμα στη μύτη του και γέλασε γιατί
Προσθήκη λεζάντας
της θύμισε ένα αρχοντικό, άγριο κουνέλι, κάτι που έκανε κωμική αντίθεση με  τον ψηλό και εύρωστο Έρνστ. Ο ερωτευμένος νεαρός, παρατά την εφημερίδα του (ο νιόπαντρος), και πρόθυμα συμμετέχει στο παιχνίδι παριστάνοντας το κουνέλι, καθώς βλέπει πόσο  αυτό ευχαριστεί τη γυναίκα του.  Μη αντιλαμβανόμενος όμως -  όπως άλλωστε πιθανότατα και η ίδια η Ρόζαλιντ στο σημείο αυτό - τη σημασία και το συμβολισμό αυτού του αθώου παιχνιδιού. Γιατί, μετατρέποντας η Ρόζαλιντ  τον Έρνεστ σε κουνέλι ουσιαστικά εξοικειώνεται μαζί του, δημιουργεί ένα ασφαλή χώρο στον οποίο μπορεί να αισθάνεται δική του.  Και δεν είναι χωρίς σημασία ότι η ίδια στη παιδική της ηλικία είχε ένα κουνέλι. 
Και μετά  έφυγαν για τον μήνα του μέλιτος...
   Όπου το αθώο παιχνίδι συστηματοποιείται και εξαπλώνεται, και καλύπτει τις αμήχανες σιωπές, κατά τις οποίες δεν έχουν τι να πουν (οι νιόπαντροι). Ο Ερνστ  γίνεται ο βασιλιάς Λάπιν, ο αρχηγός  των κουνελιών, κι η Ρόζαλιντ η Λαπίνοβα, μια λαγουδίνα την οποία κυνήγησε ο Λάπιν κάποτε. Ο Λάπιν κι Λαπίνοβα ζουν σε γειτονικές- ουπς!- περιοχές και συναντιούνται στα όρια των επικρατειών τους.   Και μάλλον κανένας τους δεν αντιλήφθηκε το προφανές πίσω από την επιλογή των χαρακτήρων τους. Λαγός η μία, κουνέλι ο άλλος. Συγγενή είδη, αλλά ανόμοια...
  Ο Έρνεστ και η Ροζαλιντ μεταφέρουν μαζί τους τον μαγικό τους κόσμο επιστρέφοντας και λειτουργεί αυτός ως μέσο σύνδεσης του ζευγαριου μεταξύ του και διαφοροποίησής του από τον υπόλοιπο, εχθρικό- όπως τον αντιλαμβάνεται τουλάχιστον η Ρόζαλιντ- κόσμο με το αυστηρό - και ανούσιο εν πολλοίς- πρωτόκολλό του. Όμως, η Ρόζαλιντ τείνει να καταφεύγει ολοένα και περισσότερο στον φανταστικό τους κόσμο, δραπετεύοντας από τον πραγματικό ο οποίος την τρομάζει, και αυτό το αθώο παιχνίδι αρχίζει να αποκτά άλλη σημασία για κείνη, καθώς φαίνεται ότι είναι εκείνο το οποίο την βοηθά να ανταπεξέλθει στον πληκτικό πρώτο χειμώνα μετά το γάμο τους. Χμ! Νιόπαντροι και πληκτικός χειμώνας,ε;
 Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός του εορτασμού των πενήτνα χρόνων γάμου των πεθερικών της το οποίο η Ρόζαλιντ φοβόταν και ξεπέρασε καταφεύγοντας - με τη βοήθεια του άντρα της, ο οποίος ευχάριστα έπαιζε ακόμα μαζί της μιας και την ευχαριστούσε-  στον ονειρικό της  Κουνελόκοσμο με την Μια Λαγίνα. Η απέχθεια που αισθάνεται η Ρόζαλιντ βλέποντας τις ζωγραφιές των προγόνων του άντρα της οι οποίοι είναι όμοιοι- παρατηρεί- με τους ζώντες συγγενείς του άντρα της σηματοδοτεί την άρνηση ή/και την αδυναμία της να ενταχθεί σ' αυτόν τον κόσμο και να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις και στις προσδοκίες του από αυτή. Και παράλληλα αισθάνεται εγκλωβισμένη, καθώς αντιλαμβάνεται ότι είναι κάμπια στο κουκούλι της και μεγαλώνοντας είναι καταδικασμένη  να εξελιχθεί όχι σε πεταλούδα, αλλά στην πεθερά της. Για αυτό και η απέχθεια που αισθάνεται για την πεθερά της, για αυτό και η φράση της "ο γιος μου θα σε κάνει ευτυχισμένη" λειτουργεί τελικά αρνητικά, ίσως, στην ευτυχία του ζευγαριού, καθώς  έκανε την Ρόζαλιντ να σκέφτεται τον Ερνεστ σαν πολιορκητικό κριό που προσπαθεί να την αλώσει, έχοντας μια μύτη, όμοια με όλες τις άλλες, πoυ δεν σούφρωνε...  Ωστόσο, ακόμα είναι πρόθυμος ο Ερνεστ να παίξει το παιχνίδι, σουφρώνει την μύτη του και η Ροζαλιντ βρίσκει καταφύγιο στο μαγικό κόσμο της φαντασίας της, καθ όλη τη διάρκεια του δείπνου.
  [Και στο σημείο αυτό θα αντισταθώ στον πειρασμό να  αναφέρω  ότι το διήγημα περνάει από την ψυχογράφηση στην ηρωίδας στην έμμεση κριτική της αγγλικής κοινωνίας  της εποχής εκείνης. Γιατί τέτοιου είδους γυναίκες -θηράματα, όπως η Ρόζαλιντ, υπάρχουν σε κάθε εποχή. Χαρακτηριστικό λογοτεχνικό παράδειγμα αποτελεί η  ηρωίδα του διηγήματος  της Κάρμεν Μαρτίν Γκάιτε  "Πληκτικό Απόγευμα" ή  η πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος της Μαργκερίτ Ντυράς "Δέκα και μισή καλοκαίρι βράδι",  το οποία διαδραματίζονται στη σύγχρονη εποχή. Και να πω ότι η Ρόζαλιντ μου θυμίζει τη Μαρία, την μεγαλύτερη από τις αδερφές  στο μυθιστορήμα της Μαργαρίτας Λυμπεράκη "Τα ψάθινα καπέλα". Στο πρώτο καλοκαίρι που περιγράφεται στο βιβλίο αγνοεί επιδεικτικά τον ερωτευμένο μαζί της Μάριο και φλερτάρει με άλλους. Στο δεύτερο καλοκαίρι, "υποτάσσεται" ξαφνικά και τον παντρεύεται. Στο τρίτο καλοκαίρι είναι ήδη έγκυος το δεύτερο παιδί τους, ο Μάριος λείπει  όλη την μέρα στην οικογενειακή κλινική κι όταν γυρίζει σπίτι, περνάει τον περισσότερο χρόνο παρέα με τον μεγαλογιατρό πατέρα του και μιλάνε για δουλειές.
Τέλος παρέκβασης]
    Και τα χρόνια περνάνε  (δυο), και η Ρόζαλιντ βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στον φανταστικό τ κόσμο ο οποίος για τον Έρνεστ (που έχει ξεχάσει την θετική απάντηση της Ρόζαλιντ στην ερώτηση  αν η Λαπίνοβα είναι η πραγματική Ρόζαλιντ) είναι ένα παιχνίδι που τείνει να αρχίζει να τον ενοχλεί. Κι όταν ένα  βράδυ αργεί  να μπει στο ρόλο του παιχνιδιού, το οποίο περίμενε πως και πως η Ρόζαλιντ, εκείνη, τη νύχτα, ,έχει εφιάλτες στους οποιους η Λαπίνοβα πεθαίνει, εφιάλτες στους οποίους ο Έρνεστ μένει αδιάφορος.
  Αυτό οδηγεί την επόμενη μέρα την Ρόζαλιντ να συνειδητοποιήσει τη χρεοκοπία της σχέσης τους, ότι ήταν ένα ψέμμα και η απόσταση μεταξύ τους δεν καλύφθηκε ποτέ. Ότι ο κόσμος στον οποίο ο Έρνεστ είναι ο Λάπιν και εκείνη η Λαπίνοβα δεν υπήρξε ποτέ ή τουλάχιστον δεν υπάρχει πια. Υπάρχει μόνο ο κόσμος στον οποίο εκείνη θα γιορτάσει στο μέλλον, όπως η πεθερά της λίγο πριν, την χρυσή επέτειό της, όπως στους χειρότερους εφιάλτες της. Πράγμα που  μας αποκαλύπτει επίσης, ότι δυο χρόνια μετά η σχέση τους καθόλου δεν είχε δυναμώσει, επειδή εκείνη ήταν προσκολημμένη στην φαντασίωσή της κι εκείνος, αν και ερωτευμένος μαζί της, δεν φάνηκε να κατάλαβε τίποτα. Έτσι, όταν εκείνη το βράδυ του εξομολογείται συντετριμμένη ότι η Λαπίνοβα πέθανε, ο Έρνεστ συναινεί αδιάφορα νομίζοντας ότι γλύτωσε από ένα ανούσιο παιχνίδι και γυρίζει  στην εφημερίδα του, χωρίς να αντιληφθεί ότι ο θάνατος της Λαπίνοβας ουσιαστικά σήμαινε και το τέλος κάθε ουσιαστικής σχέσης με τη γυναίκα του. 
Happily never after.
    "Κι έτσι τέλειωσε κι αυτός ο γάμος". Μ' αυτά τα λόγια, κλείνοντας  κατά κάποιο τρόπο τον κύκλο που άνοιξε στην αρχή, τελειώνει το διήγημα. Αυτό όμως δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι  τελείωσε και ο έγγαμος βίος του ζευγαριού, πήραν διαζύγιο και γίναν με άλλους ευτυχισμένοι. Με ένα άλμα στο χρόνο και στην εποχή, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίζει ότι εξέλιξη της Ροζαλιντ και του Έρνεστ αποτελούν οι  κύριοι χαρακτήρες του θεατρικού έργου του Έντουαρντ Άλμπι με τίτλο - χοχο- "Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γούλφ" ("Who's afraid of Virginai Woolf" ο τίτλος προέρχεται από το γνωστό παιδικό τραγουδάκι "Who's afraid of the Big  Black Wolf",
όπως το τραγουδάει παραφρασμένο ο άντρας του ζευγαριού κατά την διάρκεια του έργου). Δεν έχω δει το θεατρικό, έχω δει την κινηματογραφική μεταφορά του, την οποία συστήνω ανεπιφύλακτα.
    Το έργο αναφέρεται στο διαλυμένο γάμο ενός μεσήλικου ζευγαριού. Εκείνος είναι καθηγητής της Ιστορίας σε αμερικανικό πανεπιστήμιο κι εκείνη είναι κόρη του πρύτανη. Μια νύχτα, μετά από ένα πάρτι, προσκαλούν ένα νεότερο- αλλά όχι τόσο αθώο όσο φαίνεται - ζευγάρι στο σπίτι τους, ένα νεαρό καθηγητή και την γυναίκα του, και τους παρασύρουν στο  αρρωστημένο παιχνίδι τους.  Καθ'  όλη την διάρκεια της βραδιάς, προσβάλλουν βαύνασα ο ένας τον άλλο και τους καλεσμένους τους, δοκιμάζουν τα όρια τους  και  επιδίδονται σε έναν ανηλεή καννιβαλισμό  της κοινής τους ζωής και της σχέσης τους, η οποία βασίζεται στην κατασκευή ενός  παρόμοιου - αλλά πιο αρρωστημένου-  φανταστικού κόσμου, συγγενoύς με εκείνο της Ρόζαλιντ και του Έρνεστ... Και δεν θα σας πω τη συνέχεια, να μην  σας χαλάσω το σασπένς...
Θα περιοριστώ να πω, εν είδει κατακλείδας, υστερόγραφου ή  και επιμύθιου, ότι μερικές φορές ο πιο ταιριαστός χορός του Ησαία είναι η μποσανόβα.



Δεν υπάρχουν σχόλια: